Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἑμέρα
ἐμεσία
ἔμεσις
ἔμεσμα
ἐμετηρίζω
ἐμετήριος
ἐμετιάω
ἐμετικός
ἐμετοποιέομαι
ἐμετοποιΐα
ἐμετοποιός
ἔμετος
ἐμετός
ἐμετώδης
ἐμεῦ
ἐμέω
ἐμεωυτοῦ
ἐμίας
ἐμίν
ἔμμα
ἐμμαγεῖον
View word page
ἐμετοποιός
ἐμετο-ποιός, όν, Dsc. 2.9 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐμετοποιός
Headword (normalized):
ἐμετοποιός
Headword (normalized/stripped):
εμετοποιος
IDX:
34104
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-34105
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐμετο-ποιός</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 2.9 </span>.</div><br><br>'}