Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Ἑλληνοταμίαι
Ἑλληνοτρωοφθόρος
Ἑλληνόφρων
Ἑλλησποντιακός
Ἑλλησποντίας
Ἑλλησποντιάς
Ἑλλησπόντιος
Ἑλλησποντίς
Ἑλλήσποντος
Ἑλλησποντοφύλακες
ἑλλίζων
ἔλλιθος
ἐλλιμενίζω
ἐλλιμενικός
ἐλλιμένιος
ἐλλιμένισις
ἐλλιμενιστής
ἐλλιπαίνω
ἐλλιπής
ἔλλιπος
ἐλλισάμην
View word page
ἑλλίζων
ἑλλίζων· τίλλων, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἑλλίζων
Headword (normalized):
ἑλλίζων
Headword (normalized/stripped):
ελλιζων
IDX:
33840
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-33841
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἑλλίζων·</span> <span class="foreign greek">τίλλων</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}