Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἑλλεβορισμός
ἑλλεβορίτης
ἑλλεβοροδότης
ἑλλεβοροποσία
ἑλλέβορος
ἑλλεβοροσήματα
ἐλλεδανός
ἔλλειμμα
ἔλλειν
ἐλλειπασμός
ἐλλειπής
ἐλλειπόντως
ἐλλειπτικός
ἐλλείπω
ἐλλείχω
ἔλλειψις
ἔλλερος
Ἐλλεσίη
ἔλλεσχος
ἔλλετε
ἔλλευκος
View word page
ἐλλειπής
ἐλλειπ-ής, freq. written for ἐλλιπής (q.v.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐλλειπής
Headword (normalized):
ἐλλειπής
Headword (normalized/stripped):
ελλειπης
IDX:
33804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-33805
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐλλειπ-ής</span>, freq. written for <span class="foreign greek">ἐλλιπής</span> (q.v.).</div><br><br>'}