Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

εἰλυφάζω
εἰλυφάω
εἰλύω
εἴλω
Εἵλως
Εἱλωτεία
Εἱλωτεύω
Εἱλωτίζομαι
Εἱλωτικός
εἷμα
εἰμάδες
εἷμαι
εἱμάρσην
εἵμαρται
εἱμαρτός
εἱματανωπερίβαλλος
εἱμάτιον
εἱματισμός
εἱματοπώλης
εἱμένος
εἰμί1
View word page
εἰμάδες
εἰμάδες· ποιμένων οἰκίαι, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εἰμάδες
Headword (normalized):
εἰμάδες
Headword (normalized/stripped):
ειμαδες
IDX:
31119
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-31120
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">εἰμάδες·</span> <span class="foreign greek">ποιμένων οἰκίαι</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}