Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἐγκλυδάζομαι
ἐγκλύδαξις
ἐγκλυδαστικός
ἐγκλύζω
ἔγκλυσμα
ἐγκλυστέον
ἐγκλώθω
ἐγκνήθω
ἔγκνισμα
ἐγκνώσσω
ἐγκοακίσαι
ἐγκοιλαίνω
ἐγκοίλιος
ἔγκοιλος
ἐγκοιμάομαι
ἐγκοίμησις
ἐγκοιμητήριος
ἐγκοιμήτριον
ἐγκοίμητρον
ἐγκοιμήτωρ
ἐγκοιμίζω
View word page
ἐγκοακίσαι
ἐγκοακίσαι·
ἐγχέαι λάθρα
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐγκοακίσαι
Headword (normalized):
ἐγκοακίσαι
Headword (normalized/stripped):
εγκοακισαι
IDX:
30333
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-30334
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐγκοακίσαι·</span> <span class="foreign greek">ἐγχέαι λάθρα</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}