Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀκατανόητος
ἀκατάξεστος
ἀκαταπάλαιστος
ἀκαταπάτητος
ἀκατάπαυστος
ἀκατάπληκτος
ἀκαταπληξία
ἀκαταπόνητος
ἀκατάποτος
ἀκαταπράϋντος
ἀκαταπτόητος
ἀκατάπτωτος
ἀκατάσβεστος
ἀκατάσειστος
ἀκατασήμαντος
ἀκατασκεύαστος
ἀκατάσκευος
ἀκατασκήνωτος
ἀκατάσκοπος
ἀκατασόφιστος
ἀκαταστασία
View word page
ἀκαταπτόητος
ἀκατα-πτόητος, ον,
A). not to be scared, Sch. Il. 3.63 .


ShortDef

not to be scared

Debugging

Headword:
ἀκαταπτόητος
Headword (normalized):
ἀκαταπτόητος
Headword (normalized/stripped):
ακαταπτοητος
IDX:
3005
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-3006
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀκατα-πτόητος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">not to be scared</span>, Sch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0012.tlg001.perseus-grc1:3:63" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0012.tlg001.perseus-grc2:3.63/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Il.</span> 3.63 </a>.</div> </div><br><br>'}