Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
δωροφάγος
δωροφορέω
δωροφορία
δωροφορικός
δωροφόρος
δωρύττομαι
δωρώνιον
δώς
δωσιάραις
δωσίβιος
δωσιδικία
δωσίδικος
δωσίπυγος
δώσων
δώτειρα
δωτήρ
δώτης
δωτινάζω
δωτίνη
δῶττις
δωτύς
View word page
δωσιδικία
δωσῐ-δῐκία
,
ἡ
,
A).
administration of justice,
IGRom.
3.563
(Tlos).
ShortDef
administration of justice
Debugging
Headword:
δωσιδικία
Headword (normalized):
δωσιδικία
Headword (normalized/stripped):
δωσιδικια
IDX:
29840
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-29841
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δωσῐ-δῐκία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">administration of justice,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">IGRom.</span> 3.563 </span> (Tlos).</div> </div><br><br>'}