Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δωροληψία
δῶρον
δωροξενίας
δωροτελέω
δωροφάγος
δωροφορέω
δωροφορία
δωροφορικός
δωροφόρος
δωρύττομαι
δωρώνιον
δώς
δωσιάραις
δωσίβιος
δωσιδικία
δωσίδικος
δωσίπυγος
δώσων
δώτειρα
δωτήρ
δώτης
View word page
δωρώνιον
δωρώνιον,
A). = σίον , corrupt in Ps.- Dsc. 2.127 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δωρώνιον
Headword (normalized):
δωρώνιον
Headword (normalized/stripped):
δωρωνιον
IDX:
29836
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-29837
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δωρώνιον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">σίον</span> , corrupt in Ps.-<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 2.127 </span>.</div> </div><br><br>'}