Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δωδεκάχους
δωδεκάωρος
δωδεκέμβριος
δωδεκέτης
δωδεκεύς
δωδεκήμερος
δωδεκήρης
δωδεκῄς
δωδεκόμφαλος
Δωδώνη
δωΐα
δωλέννετος
δωλοδομεῖς
δῶλος
δῶμα
δωμάτιον
δωματίτης
δωματόομαι
δωματοφθορέω
δωμάω
δώμημα
View word page
δωΐα
δωΐα· ὁμοία, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δωΐα
Headword (normalized):
δωΐα
Headword (normalized/stripped):
δωια
IDX:
29768
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-29769
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δωΐα·</span> <span class="foreign greek">ὁμοία</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}