Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δυστύχημα
δυστυχής
δυστυχία
δύσυδρος
δυσυπέρβατος
δυσυπνέω
δυσυπνήτως
δύσυπνος
δυσυποβίβαστος
δυσύποιστος
δυσυπομένητος
δυσυπομόνητος
δυσυπονόητος
δυσυπόστατος
δυσυποχώρητος
δυσφαής
δυσφανής
δύσφαλτον
δυσφάνταστος
δύσφατος
δυσφεγγής
View word page
δυσυπομένητος
δῠσυπο-μένητος, ον, = sq., S.E. M. 9.154 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δυσυπομένητος
Headword (normalized):
δυσυπομένητος
Headword (normalized/stripped):
δυσυπομενητος
IDX:
29569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-29570
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δῠσυπο-μένητος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = sq., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0544.tlg002:9:154" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0544.tlg002:9.154/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">S.E.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">M.</span> 9.154 </a>.</div><br><br>'}