Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δυσσέβημα
δυσσεβής
δυσσεβία
δύσσειστος
δύσσηπτος
δύσσοος
δυσσυγκάθετος
δυσσύλληπτος
δυσσυλλόγιστος
δυσσύμβατος
δυσσύμβλητος
δυσσυμβούλευτος
δυσσυμπτωσία
δυσσύμπτωτος
δυσσύμφυτος
δυσσυναίσθητος
δυσσύνακτος
δυσσυνάλλακτος
δυσσυνείδητος
δυσσυνεσία
δυσσύνοπτος
View word page
δυσσύμβλητος
δυσσύμ-βλητος, δυσσύμ-βολος,
A). v. δυσξύμβ- .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δυσσύμβλητος
Headword (normalized):
δυσσύμβλητος
Headword (normalized/stripped):
δυσσυμβλητος
IDX:
29496
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-29497
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δυσσύμ-βλητος</span>, <span class="orth greek">δυσσύμ-βολος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">δυσξύμβ-</span> .</div> </div><br><br>'}