Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δύσπλανος
δύσπληκτος
δυσπλήρωτος
δυσπλῆτις
δυσπλοΐα
δύσπλοος
δύσπλυτος
δύσπλωτος
δύσπνευστος
δυσπνοέω
δυσπνόητος
δύσπνοια
δυσπνοϊκός
δύσπνοος
δυσπολέμητος
δυσπόλεμος
δυσπολιόρκητος
δυσπολίτευτος
δυσπονής
δυσπόνητος
δυσπονία
View word page
δυσπνόητος
δυς-πνόητος, ον, dub. in Hp. Judic. 35 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δυσπνόητος
Headword (normalized):
δυσπνόητος
Headword (normalized/stripped):
δυσπνοητος
IDX:
29421
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-29422
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δυς-πνόητος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, dub. in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg052:35" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg052:35/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Judic.</span> 35 </a>.</div><br><br>'}