Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δυσόφθαλμος
δυσπάθεια
δυσπαθέω
δυσπαθής
δυσπαίπαλος
δύσπαις
δυσπάλαιστος
δυσπάλαμος
δυσπαλής
δυσπάμφαλος
δυσπαράβατος
δυσπαράβλητος
δυσπαραβοήθητος
δυσπαράβουλος
δυσπαράγγελτος
δυσπαράγραφος
δυσπαράγωγος
δυσπαράδεκτος
δυσπαράθελκτος
δυσπαραίτητος
δυσπαράκλητος
View word page
δυσπαράβατος
δυσπαρά-βᾰτος,
A). gloss on δυσοδοπαίπαλος , Sch. A. Eu. 387 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δυσπαράβατος
Headword (normalized):
δυσπαράβατος
Headword (normalized/stripped):
δυσπαραβατος
IDX:
29345
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-29346
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δυσπαρά-βᾰτος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">δυσοδοπαίπαλος</span> , Sch.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0085.tlg007.perseus-grc1:387" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0085.tlg007.perseus-grc1:387/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">A.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Eu.</span> 387 </a>.</div> </div><br><br>'}