Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δυσημερία
δυσήμερος
δυσήμετος
δυσημής
δυσήνεμον
δυσηνίαστος
δυσήνιος
δυσήνυτος
δυσήρης
δύσηρις
δυσήριστος
δυσήροτος
δυσήττητος
δυσήτωρ
δυσηχής
δυσηχία
δύσηχος
δυσθάλασσος
δυσθαλής
δυσθαλία
δυσθαλπής
View word page
δυσήριστος
δῠς-ήριστος, ον, = foreg., Hsch.; also,
A). = ἀμφίβολος , Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δυσήριστος
Headword (normalized):
δυσήριστος
Headword (normalized/stripped):
δυσηριστος
IDX:
29042
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-29043
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δῠς-ήριστος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = foreg., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span></span>; also, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ἀμφίβολος</span> , Id.</div> </div><br><br>'}