Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δροσοπάχνη
δρόσος
δροσώδης
Δρουίδης
δροῦνα
δρυάζειν
δρυάριον
Δρυάς
δρυαταί
δρυαχαρνεύς
δρύεται
δρυηκόπος
Δρυΐδης
δρυΐνας
δρύϊνος
δρυϊνών
δρυΐτης
δρύκαρπον
δρυκολάπτης
δρυμάζω
δρυμεῖτις
View word page
δρύεται
δρύεται· κρύπτεται, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δρύεται
Headword (normalized):
δρύεται
Headword (normalized/stripped):
δρυεται
IDX:
28466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-28467
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δρύεται·</span> <span class="foreign greek">κρύπτεται,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}