Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δοξοκοπέω
δοξοκοπία
δοξοκοπικός
δοξοκόπος
δοξολογία
δοξομανέω
δοξομανής
δοξομανία
δοξοματαιόσοφος
δοξομιμητής
δοξομιμητική
δοξοπαιδευτικός
δοξοποιέω
δοξοσοφία
δοξόσοφος
δοξοφαγία
δοξόφαυλος
δοξοφόρος
δοξόω
δορά1
δορά2
View word page
δοξομιμητική
δοξο-μῑμητική (sc. τέχνη), ,
A). his art, ibid.


ShortDef

his art

Debugging

Headword:
δοξομιμητική
Headword (normalized):
δοξομιμητική
Headword (normalized/stripped):
δοξομιμητικη
IDX:
28026
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-28027
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δοξο-μῑμητική</span> (sc. <span class="foreign greek">τέχνη</span>), <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">his art,</span> ibid.</div> </div><br><br>'}