Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διχθάδιος
διχθάς
διχίτων
διχόβουλος
διχογνωμέω
διχογνωμονέω
διχόγνωμος
διχογνωμοσύνη
διχογνώμων
διχογραφέω
διχόζωνος
δίχοθεν
διχόθυμος
διχοινικία
διχοινίκιος
διχοίνικος
δίχολος
διχόλωτος
διχόμην
διχομηνία
διχομηνιαία
View word page
διχόζωνος
δῐχό-ζωνος, ον,
A). = διχόμηνος , Doroth. in Cat.Cod.Astr. 2.82 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διχόζωνος
Headword (normalized):
διχόζωνος
Headword (normalized/stripped):
διχοζωνος
IDX:
27667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-27668
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δῐχό-ζωνος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">διχόμηνος</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Doroth.</span> </span> in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Cat.Cod.Astr.</span> 2.82 </span>.</div> </div><br><br>'}