Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διφρευτικός
διφρεύω
διφρηλασία
διφρηλατέω
διφρηλάτης
διφρήλατος
διφρίδιον
διφρίον
δίφριος
δίφρις
διφρίσκος
δίφροντις
διφροπηγία
δίφρος
διφρουλκέω
διφρουργία
διφροῦχος
διφροφορέω
διφροφόρος
διφρυγής
διφυής
View word page
διφρίσκος
διφρ-ίσκος, , Dim. of δίφρος, Ar. Nu. 31 .


ShortDef

little seat, top of a two-wheeled cart

Debugging

Headword:
διφρίσκος
Headword (normalized):
διφρίσκος
Headword (normalized/stripped):
διφρισκος
IDX:
27614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-27615
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διφρ-ίσκος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, Dim. of <span class="foreign greek">δίφρος,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0019.tlg003.perseus-grc1:31" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0019.tlg003.perseus-grc1:31/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ar.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Nu.</span> 31 </a>.</div><br><br>'}