Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δισσογονέω
δισσογραφία
δισσολογέω
δισσολογία
δισσολόγος
δισσοποιός
δισσός
δισσοτόκος
δισσοφυής
δίσταγμα
διστάδιος
διστάζω
διστακτικός
διστάσιος
διστασμός
διστεγής
διστεγία
δίστεγος
διστεφής
διστιχής
διστιχία
View word page
διστάδιος
δι-στάδιος [ᾰ],
A). two stadia long, διάστημα App. Hann. 37 .


ShortDef

two stadia long

Debugging

Headword:
διστάδιος
Headword (normalized):
διστάδιος
Headword (normalized/stripped):
δισταδιος
IDX:
27492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-27493
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δι-στάδιος</span> [<span class="foreign greek">ᾰ], </span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">two stadia long,</span> <span class="quote greek">διάστημα</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0551.tlg008.perseus-grc1:37" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0551.tlg008.perseus-grc1:37/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">App.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Hann.</span> 37 </a> .</div> </div><br><br>'}