Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διπλασιεφήμισυς
διπλασιημιόλιος
διπλασιολογία
διπλασιόομαι
διπλασιόπλευρος
διπλάσιος
διπλασίων
διπλασμός
διπλεθρία
δίπλεθρος
διπλεία
δίπλευρος
διπλῆ
διπλῇ
διπληγίς
διπλήθης
διπλήσιος
δίπλινθος
διπλοείματος
διπλόη
διπλόθριξ
View word page
διπλεία
διπλεία or διπλεθρ-ηΐα, ,
A). double, τὰν διπλείαν τᾶς τιμᾶς Leg.Gort. 6.42 , cf. GDI 4982 . δίπλειον, τό, PPetr. 2p.42 .


ShortDef

double

Debugging

Headword:
διπλεία
Headword (normalized):
διπλεία
Headword (normalized/stripped):
διπλεια
IDX:
27375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-27376
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διπλεία</span> or <span class="orth greek">διπλεθρ-ηΐα</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">double,</span> <span class="quote greek">τὰν διπλείαν τᾶς τιμᾶς</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Leg.Gort.</span> 6.42 </span> , cf. <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">GDI</span> 4982 </span>. <span class="orth greek">δίπλειον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PPetr.</span> 2p.42 </span>.</div> </div><br><br>'}