Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Διονυσομανέω
Διονυσονυμφάς
Διονυσοπλάτων
Διονυσοφόροι
Διόνυσος
διόνυχος
διοξειῶν
Διόπαις
Διόπαν
Διόπεμπτος
διόπερ
Διοπετής
διοπεύω
διόπη
διοπλήκταν
διοπομπέομαι
διοπομπή
δίοπος
δίοπος
διοπτάω
διοπτεία
View word page
διόπερ
διόπερ or δῑ ὅπερ,
A). v. διό.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διόπερ
Headword (normalized):
διόπερ
Headword (normalized/stripped):
διοπερ
IDX:
27224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-27225
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διόπερ</span> or <span class="orth greek">δῑ ὅπερ,</span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">διό.</span> </div> </div><br><br>'}