Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Διογένειον
Διογενέτωρ
Διογενής
Διογενισμός
διογκόω
διογκύλλομαι
διόγκωσις
Διόγνητος
Διόγονος
διοδεία
διόδευσις
διοδεύω
διοδία
διόδιον
διοδοιπορέω
διοδοποιέω
δίοδος
Διόδοτος
διόδους
διοζόομαι
δίοζος
View word page
διόδευσις
διόδ-ευσις, εως, , = foreg., Hp. Flat. 9 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διόδευσις
Headword (normalized):
διόδευσις
Headword (normalized/stripped):
διοδευσις
IDX:
27126
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-27127
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διόδ-ευσις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, = foreg., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg021:9" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg021:9/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Flat.</span> 9 </a>.</div><br><br>'}