Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διιθύνω
διϊκαδία
διϊκμάζω
διϊκμάω
διϊκνέομαι
Διίκτυννα
δίϊξις
Δίϊος
Διιπετής
Διιπόλεια
διϊππασία
διΐππευσις
διϊππεύω
διίπταμαι
διϊσθμίζω
διϊστάνω
διϊστέον
διΐστημι
διϊστορέω
διϊσχάνω
διϊσχναίνω
View word page
διϊππασία
διϊππ-ᾰσία, ,
A). riding through, Suid., EM 274.55 .


ShortDef

riding through

Debugging

Headword:
διϊππασία
Headword (normalized):
διϊππασία
Headword (normalized/stripped):
διιππασια
IDX:
26835
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-26836
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διϊππ-ᾰσία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">riding through,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span>, <span class="title" style="font-style: italic;">EM</span> 274.55 </span>.</div> </div><br><br>'}