Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διετήρων
διετής
διετήσιος
διετία
διετίζω
διέτμαγεν
διευεργετέω
διευθετέω
διευθέτησις
διευθηνέω
διευθυδρομέω
διευθυντήρ
διευθύνω
διευκρινέω
διευκρινημένως
διευκρινής
διευκρίνησις
διευλαβέομαι
διευλαβητέον
διευλυτέω
διευλύτησις
View word page
διευθυδρομέω
διευθυδρομέω,
A). persevere with, τὰς πράξεις Cat.Cod.Astr. 7.218.23 .


ShortDef

persevere with

Debugging

Headword:
διευθυδρομέω
Headword (normalized):
διευθυδρομέω
Headword (normalized/stripped):
διευθυδρομεω
IDX:
26707
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-26708
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διευθυδρομέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">persevere with,</span> <span class="quote greek">τὰς πράξεις</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Cat.Cod.Astr.</span> 7.218.23 </span> .</div> </div><br><br>'}