Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
διδασκαλεῖον
διδασκαλία
διδασκαλικός
διδασκάλιον
διδάσκαλος
διδάσκω
διδαχή
δίδημι
δίδραγμον
διδράσκω
διδραχμία
διδραχμιαῖος
δίδραχμος
διδυμαγενεῖς
διδυμαῖον
Διδυμαῖος
διδυμάνωρ
διδυμάων
διδυμεύω
διδύμη
διδυμητοκέω
View word page
διδραχμία
δῐδραχμ-ία
,
ἡ
,
A).
tax of two
δραχμαί
in Roman Egypt,
δ. τοῦ Σούχου θεοῦ
BGU
741 iii 3
(i A. D.).
ShortDef
tax of two
Debugging
Headword:
διδραχμία
Headword (normalized):
διδραχμία
Headword (normalized/stripped):
διδραχμια
IDX:
26416
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-26417
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δῐδραχμ-ία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">tax of two</span> <span class="foreign greek">δραχμαί</span> in Roman Egypt, <span class="quote greek">δ. τοῦ Σούχου θεοῦ</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">BGU</span> 741 iii 3 </span> (i A. D.).</div> </div><br><br>'}