Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
διαχώρησις
διαχωρητικός
διαχωρίζω
διαχώρισις
διαχώρισμα
διαχωρισμός
διαχωριστέον
διαχωριστής
διάχωροι
διάχωσις
διαψαθάλλω
διαψαίρω
διαψαλάττομαι
διαψαλίζω
διαψάλλω
διάψαλμα
διαψαμμόω
διαψαύω
διαψάω
διαψέγω
διαψεύδω
View word page
διαψαθάλλω
διαψᾰθάλλω
,
A).
feel with the fingers, scratch,
Hsch.
ShortDef
feel with the fingers, scratch
Debugging
Headword:
διαψαθάλλω
Headword (normalized):
διαψαθάλλω
Headword (normalized/stripped):
διαψαθαλλω
IDX:
26336
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-26337
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαψᾰθάλλω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">feel with the fingers, scratch,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}