Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαχείρως
διαχέω
διαχλαινόω
διαχλευάζω
διαχλιαίνω
διαχλίδω
διάχλωρος
διάχολος
διαχόω
διαχράομαι
διαχρέμπτομαι
διαχρέομαι
διάχρηστος
διάχρισις
διάχρισμα
διαχρισμός
διαχριστέον
διάχριστος
διαχρίω
διαχρόν
διάχρυσος
View word page
διαχρέμπτομαι
διαχρέμπτομαι, strengthd. for χρέμπτομαι, Phryn. PS p.126 B.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διαχρέμπτομαι
Headword (normalized):
διαχρέμπτομαι
Headword (normalized/stripped):
διαχρεμπτομαι
IDX:
26304
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-26305
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαχρέμπτομαι</span>, strengthd. for <span class="foreign greek">χρέμπτομαι,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1608.tlg001:p.126" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1608.tlg001:p.126/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Phryn.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">PS</span> p.126 </a> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">B.</span> </span> </div><br><br>'}