Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαφωτίζω
διαφώτισις
διαχάζομαι
διαχάλασις
διαχάλασμα
διαχαλαστέον
διαχαλάω
διαχαρακτηρίζω
διαχάραξις
διαχαράσσω
διαχαρίζομαι
διαχάσκω
διαχεθῆ
διαχειμάζω
διαχειρέω
διαχείρησις
διαχειρίζω
διαχείρισις
διαχειρισμός
διαχειριστικόν
διαχειροτονέω
View word page
διαχαρίζομαι
διαχᾰρίζομαι,
A). distribute as presents, D.S. 19.20 .


ShortDef

distribute as presents

Debugging

Headword:
διαχαρίζομαι
Headword (normalized):
διαχαρίζομαι
Headword (normalized/stripped):
διαχαριζομαι
IDX:
26282
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-26283
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαχᾰρίζομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">distribute as presents,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0060.tlg001.perseus-grc3:19:20" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0060.tlg001.perseus-grc3:19.20/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">D.S.</span> 19.20 </a>.</div> </div><br><br>'}