Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
αἰολόχρως
αἰονάω
αἰόνημα
αἰόνησις
ἀΐος
ἀϊπάρθενος
αἰπεινής
αἰπεινός
αἰπήεις
αἰπολέω
αἰπολή
αἰπολικός
αἰπόλιον
αἴπολος
αἶπος
αἰπός
αἰπύδμητος
αἰπυκέρως
αἰπύλοφος
αἰπυμήτης
αἰπύνοος
View word page
αἰπολή
αἰπολ-ή
, sineexpl.,
Suid.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
αἰπολή
Headword (normalized):
αἰπολή
Headword (normalized/stripped):
αιπολη
IDX:
2625
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-2626
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">αἰπολ-ή</span>, sineexpl.,<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> </div><br><br>'}