Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαστείβω
διαστείχω
διαστέλλω
διάστεμα
διάστενος
διάστερος
διάστημα
διαστηματικός
διαστήρ
διαστηρίζω
διάστησις
Διαστί
διαστιγμή
διαστίζω
διαστικτέον
διαστίκτης
διαστίλβω
διάστιξις
διαστοιβάζω
διαστοιχίζομαι
διαστολεύς
View word page
διάστησις
διάστησις, εως, ,
A). = διάστασις, τοῖν ποδοῖν Hld. 3.13 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διάστησις
Headword (normalized):
διάστησις
Headword (normalized/stripped):
διαστησις
IDX:
25919
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25920
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διάστησις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">διάστασις, τοῖν ποδοῖν</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0658.tlg001:3:13" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0658.tlg001:3.13/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hld.</span> 3.13 </a>.</div> </div><br><br>'}