Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
διάρθρωσις
διαρθρωτέον
διαρθρωτικός
διαριθμέω
διαρίθμησις
διαριθμητικός
διάρινον
διάριον
διαρίπτω
διαριστάομαι
διαριστεύομαι
διάρκεια
διαρκέω
διαρκής
διαρκούντως
δίαρμα
διαρμόζω
διαρvέομαι
διαρόγχαι
διάρουρον
διαρόω
View word page
διαριστεύομαι
διᾰριστεύομαι
,
A).
strive for the pre-eminence,
πρός τινα
Longin.
13.4
.
ShortDef
strive for the pre-eminence
Debugging
Headword:
διαριστεύομαι
Headword (normalized):
διαριστεύομαι
Headword (normalized/stripped):
διαριστευομαι
IDX:
25705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25706
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διᾰριστεύομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">strive for the pre-eminence,</span> <span class="quote greek">πρός τινα</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Longin.</span> 13.4 </span> .</div> </div><br><br>'}