Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαράσσω
διάργεμος
διάρδω
διάρημα
διαρθρέω
διαρθρόω
διάρθρωσις
διαρθρωτέον
διαρθρωτικός
διαριθμέω
διαρίθμησις
διαριθμητικός
διάρινον
διάριον
διαρίπτω
διαριστάομαι
διαριστεύομαι
διάρκεια
διαρκέω
διαρκής
διαρκούντως
View word page
διαρίθμησις
διᾰρίθμ-ησις, εως, ,
A). reckoning up, χρημάτων Plu. 2.27c ; χρόνου Theo Sm. p.148H.


ShortDef

reckoning up

Debugging

Headword:
διαρίθμησις
Headword (normalized):
διαρίθμησις
Headword (normalized/stripped):
διαριθμησις
IDX:
25699
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25700
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διᾰρίθμ-ησις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">reckoning up,</span> <span class="quote greek">χρημάτων</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.27c </span> ; <span class="foreign greek">χρόνου</span> Theo Sm.<span class="bibl"> p.148H. </span> </div> </div><br><br>'}