Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαποθνῄσκω
διαποιέω
διαποικίλλω
διαποίκιλος
διαποιμαίνω
διαπολεμέω
διαπολέμησις
διαπολιορκέω
διαπολιτεία
διαπολιτεύομαι
διαπολιτευτής
διαπόλλυμι
διαπομπεύω
διαπομπή
διαπόμπησις
διαπόμπιμος
διαπονδαρίζει
διαπονέω
διαπόνημα
διαπονηρεύομαι
διαπόνησις
View word page
διαπολιτευτής
διαπολῑτ-ευτής, οῦ, ,
A). political opponent, prob. in App. Hisp. 8 (-πολῖται codd.).


ShortDef

political opponent

Debugging

Headword:
διαπολιτευτής
Headword (normalized):
διαπολιτευτής
Headword (normalized/stripped):
διαπολιτευτης
IDX:
25589
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25590
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαπολῑτ-ευτής</span>, <span class="itype greek">οῦ</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">political opponent,</span> prob. in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0551.tlg007.perseus-grc1:8" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0551.tlg007.perseus-grc1:8/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">App.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Hisp.</span> 8 </a> (<span class="foreign greek">-πολῖται</span> codd.).</div> </div><br><br>'}