Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαπλάσσω
διαπλαστικός
διαπλατύνω
διάπλεγμα
διαπλέκω
διαπλευρισμός
διαπλέω
διάπλεως
διαπληκτίζομαι
διαπλήκτισις
διαπληκτισμός
διαπληρόω
διαπλήσσω
διαπλίσσομαι
διαπλοκή
διαπλόκινος
διάπλοκος
διάπλοος
διάπλουτος
διαπλόω
διαπλύνω
View word page
διαπληκτισμός
διαπληκτ-ισμός, ,
A). sparring, disputing, wrangling, πρὸς Σωκράτην περί τινος Plu. 2.710c (pl.); δ. τε καὶ ὀργαί Porph. Marc. 2 .


ShortDef

sparring, disputing, wrangling

Debugging

Headword:
διαπληκτισμός
Headword (normalized):
διαπληκτισμός
Headword (normalized/stripped):
διαπληκτισμος
IDX:
25554
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25555
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαπληκτ-ισμός</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">sparring, disputing, wrangling,</span> <span class="quote greek">πρὸς Σωκράτην περί τινος</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.710c </span> (pl.); <span class="quote greek">δ. τε καὶ ὀργαί</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg2034.tlg005:2" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg2034.tlg005:2/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Porph.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Marc.</span> 2 </a> .</div> </div><br><br>'}