Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαπέρθω
διαπεριπατέω
διαπερονάω
διαπέρχομαι
διαπετάννυμι
διαπέτεια
διαπετής
διαπέτομαι
διαπεττεύω
διαπέττω
διαπεύθομαι
διαπέφλοιδεν
διάπηγα
διαπήγιον
διάπηγμα
διαπηγμάτιον
διαπήγνυμι
διαπηδάω
διαπήδησις
διαπηνηκίζω
διάπηξ
View word page
διαπεύθομαι
διαπεύθομαι, poet. for διαπυνθάνομαι, A. Ag. 807 (anap.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διαπεύθομαι
Headword (normalized):
διαπεύθομαι
Headword (normalized/stripped):
διαπευθομαι
IDX:
25511
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25512
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαπεύθομαι</span>, poet. for <span class="foreign greek">διαπυνθάνομαι,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0085.tlg005.perseus-grc1:807" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0085.tlg005.perseus-grc1:807/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">A.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Ag.</span> 807 </a> (anap.).</div><br><br>'}