Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαπάλη
διαπάλλω
διαπαλύνω
διαπαννυχίζω
διαπαννυχισμός
διαπαντάω
διαπαντός
διαπαπταίνω
διαπαραδίδωμι
διαπαρατηρέομαι
διαπαρατριβή
διαπαρθένευσις
διαπαρθενευτής
διαπαρθένια
διαπαρίστημι
διάπαρμα
διάπαρσις
διάπασμα
διαπασσαλεύω
διαπάσσω
διαπαστέον
View word page
διαπαρατριβή
διαπαρα-τρῐβή, ,
A). constant wrangling, 1 Ep.Ti. 6.5 .


ShortDef

violent contention

Debugging

Headword:
διαπαρατριβή
Headword (normalized):
διαπαρατριβή
Headword (normalized/stripped):
διαπαρατριβη
IDX:
25457
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25458
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαπαρα-τρῐβή</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">constant wrangling,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0031.tlg015.perseus-grc1:6:5" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0031.tlg015.perseus-grc1:6.5/canonical-url/"> <span class="title" style="font-style: italic;">1 Ep.Ti.</span> 6.5 </a>.</div> </div><br><br>'}