Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαμηνύω
διαμηρίζω
διαμηρισμός
διαμηρύω
διαμηχανάομαι
διαμηχανητέον
διαμίγνυμι
διαμικρολογέομαι
διάμιλλα
διαμιλλάομαι
διαμιλλητέον
διαμιμνῄσκομαι
διαμινύρομαι
διαμίσγω
διαμισέω
διαμισθόω
διαμίσθωσις
διαμισθωτικόν
διαμιστύλλω
διάμιτρος
διαμματίζω
View word page
διαμιλλητέον
διαμιλλ-ητέον,
A). one must contend, Plu. 2.817d .


ShortDef

one must contend

Debugging

Headword:
διαμιλλητέον
Headword (normalized):
διαμιλλητέον
Headword (normalized/stripped):
διαμιλλητεον
IDX:
25278
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25279
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαμιλλ-ητέον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">one must contend,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.817d </span>.</div> </div><br><br>'}