Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαμέτρησις
διαμετρητός
διαμετρικός
διάμετρον
διάμετρος
διαμευστής
διαμήδομαι
διαμηκίζω
διάμηκος
διαμηκύνω
διαμηνύω
διαμηρίζω
διαμηρισμός
διαμηρύω
διαμηχανάομαι
διαμηχανητέον
διαμίγνυμι
διαμικρολογέομαι
διάμιλλα
διαμιλλάομαι
διαμιλλητέον
View word page
διαμηνύω
διαμηνύω,
A). point out clearly, Str. 11.14.4 .


ShortDef

point out clearly

Debugging

Headword:
διαμηνύω
Headword (normalized):
διαμηνύω
Headword (normalized/stripped):
διαμηνυω
IDX:
25268
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25269
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαμηνύω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">point out clearly,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0099.tlg001.perseus-grc1:11:14:4" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0099.tlg001.perseus-grc1:11:14:4/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Str.</span> 11.14.4 </a>.</div> </div><br><br>'}