Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαμάρτημα
διαμαρτητέον
διαμαρτία
διαμαρτυρέω
διαμαρτυρία
διαμαρτύρομαι
διαμασάομαι
διαμάσημα
διαμάσησις
διαμασητέον
διαμασητός
διαμάσσω
διαμαστιγόω
διαμαστίγωσις
διάμαστος
διαμαστροπεύω
διαμασχαλίζω
διαμαχετέον
διαμαχέω
διαμάχη
διαμάχησις
View word page
διαμασητός
διαμᾰς-ητός, , όν,
A). fit for chewing, Hp. Aff. 4 .


ShortDef

fit for chewing

Debugging

Headword:
διαμασητός
Headword (normalized):
διαμασητός
Headword (normalized/stripped):
διαμασητος
IDX:
25216
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25217
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαμᾰς-ητός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">fit for chewing,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg025:4" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg025:4/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Aff.</span> 4 </a>.</div> </div><br><br>'}