Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διάλιθος
διαλιμπάνω
διαλινάω
Διάλιος
διαλιχμάομαι
διαλλαγή
διάλλαγμα
διαλλακτήρ
διαλλακτήριος
διαλλακτής
διαλλακτικός
διάλλαξις
διαλλάσσω
διάλληλος
διαλλοιόω
διάλλομαι
διάλλυδις
διαλλύος
διαλμα
διαλοάω
διαλογή
View word page
διαλλακτικός
διαλλ-ακτικός, , όν,
A). inclined to mediate, D.H. 7.34 .


ShortDef

inclined to mediate

Debugging

Headword:
διαλλακτικός
Headword (normalized):
διαλλακτικός
Headword (normalized/stripped):
διαλλακτικος
IDX:
25157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25158
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαλλ-ακτικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">inclined to mediate,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0081.tlg001:7:34" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0081.tlg001:7.34/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">D.H.</span> 7.34 </a>.</div> </div><br><br>'}