Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διακριτής
διακριτικός
διακριτικότης
διάκριτος
διακροβολίζομαι
διακροβολισμός
διάκροκος
διακροτέω
διακρότως
διάκρουσις
διακρουστικός
διακρούω
διακρύπτω
διακτενίζω
διακτέον
διακτορία
διάκτορος
δίακτος
διάκτωρ
διακυβερνάω
διακυβεύω
View word page
διακρουστικός
δια-κρουστικός, , όν,
A). expressive of deception, ῥήματα A.D. Synt. 284.20 .


ShortDef

expressive of deception

Debugging

Headword:
διακρουστικός
Headword (normalized):
διακρουστικός
Headword (normalized/stripped):
διακρουστικος
IDX:
25066
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25067
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δια-κρουστικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">expressive of deception,</span> <span class="quote greek">ῥήματα</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0082.tlg004:284:20" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0082.tlg004:284.20/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">A.D.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Synt.</span> 284.20 </a> .</div> </div><br><br>'}