Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διακρατυντικός
Διακρεῖς
διακρέκω
διακρημνίζω
διακρηνόω
διακριβεία
διακριβολογέομαι
διακριβόω
διακρίβωσις
διακριβωτέον
διακριδά
διακριδόν
διάκριμα
διακρίνω
Διάκριοι
διάκρισις
διακριτέον
διακριτής
διακριτικός
διακριτικότης
διάκριτος
View word page
διακριδά
δια-κρῐδά, Adv. = sq., Opp. C. 2.496 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διακριδά
Headword (normalized):
διακριδά
Headword (normalized/stripped):
διακριδα
IDX:
25049
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-25050
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δια-κρῐδά</span>, Adv. = sq., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0024.tlg001.perseus-grc1:2:496" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0024.tlg001.perseus-grc1:2.496/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Opp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">C.</span> 2.496 </a>.</div><br><br>'}