Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διακένωμα
διακένωσις
διακέομαι
διακεράννυμαι
διακερματίζομαι
διακερτομέω
διακεφαλαιῶσαι
διακεχυμένως
διακεχωρισμένως
διακηρυκεύομαι
διακήρυξις
διακηρύσσω
διακιβδηλεύω
διακιγκλίζω
διακινδυνευτέον
διακινδυνεύω
διακινέω
διακίνημα
διακίνησις
διάκινον
διακιρνάω
View word page
διακήρυξις
διακήρυξις, εως, ,
A). sale by auction, and Adj. διακηρυκτικός, , όν, pertaining to such a sale, Gloss.


ShortDef

sale by auction

Debugging

Headword:
διακήρυξις
Headword (normalized):
διακήρυξις
Headword (normalized/stripped):
διακηρυξις
IDX:
24939
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-24940
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διακήρυξις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">sale by auction,</span> and Adj. <span class="orth greek">διακηρυκτικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <span class="tr" style="font-weight: bold;">pertaining to such a sale,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}