Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαθετικός
διαθέω
διαθεωρέω
διαθηγή
διαθήκη
διαθηκημιαῖος
διαθηκογράφος
διαθηλύνω
διάθημα
διαθηράω
διαθηριόω
διαθιγή
διαθλάω
διαθλεύω
διαθλητέον
διαθγίβω
διαθολόω
διάθονται
διαθορυβέω
διάθραυστος
διαθραύω
View word page
διαθηριόω
διαθηριόω, strengthd. for θηριόω, Plu. 2.33o b.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
διαθηριόω
Headword (normalized):
διαθηριόω
Headword (normalized/stripped):
διαθηριοω
IDX:
24806
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-24807
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διαθηριόω</span>, strengthd. for <span class="foreign greek">θηριόω,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.33o </span>b.</div><br><br>'}