Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

διαγρυπνητής
διάγυιος
διαγυμνάζω
διαγυμνόω
διάγχω
διάγω
διαγωγεύς
διαγωγή
διαγωγικός
διαγώγιον
διαγωνία
διαγωνιάω
διαγωνίζομαι
διαγώνιος
διαγωνισμός
διαγωνιστέον
διαγωνοθετέω
διαδάκνω
διαδακρύω
διαδάπτω
διαδατέομαι
View word page
διαγωνία
διᾰγων-ία, ,
A). struggle, Max.Tyr. 1.1 . (Fort. διαφωνία.)


ShortDef

struggle

Debugging

Headword:
διαγωνία
Headword (normalized):
διαγωνία
Headword (normalized/stripped):
διαγωνια
IDX:
24670
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-24671
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">διᾰγων-ία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">struggle,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0563.tlg001:1:1" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0563.tlg001:1.1/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Max.Tyr.</span> 1.1 </a>. (Fort. <span class="foreign greek">διαφωνία.</span>)</div> </div><br><br>'}