Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Δημοσθένειος
Δημοσθενίζω
δημοσίᾳ
δημοσιεύω
δημοσιομάστης
δημοσιόπρακτος
δημόσιος
δημοσιουργία
δημοσιοφύλαξ
δημοσιόω
δημοσίωμα
δημοσιώνης
δημοσιωνία
δημοσιώνιον
δημοσίωσις
δημοσσόος
δημοστροφέω
δημοσώστης
δημοτελής
δημότερος
δημότερπής
View word page
δημοσίωμα
δημοσί-ωμα,
A). gloss on δάμωμα , Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δημοσίωμα
Headword (normalized):
δημοσίωμα
Headword (normalized/stripped):
δημοσιωμα
IDX:
24447
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-24448
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δημοσί-ωμα</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">δάμωμα</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}