Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
δημόπρακτος
δημοπράτης
δημορριφής
δῆμος
δημός
Δημοσθένειος
Δημοσθενίζω
δημοσίᾳ
δημοσιεύω
δημοσιομάστης
δημοσιόπρακτος
δημόσιος
δημοσιουργία
δημοσιοφύλαξ
δημοσιόω
δημοσίωμα
δημοσιώνης
δημοσιωνία
δημοσιώνιον
δημοσίωσις
δημοσσόος
View word page
δημοσιόπρακτος
δημοσιό-πρακτος
,
ον
,
A).
engaged in public business,
Cat.Cod.Astr.
1.150
.
ShortDef
engaged in public business
Debugging
Headword:
δημοσιόπρακτος
Headword (normalized):
δημοσιόπρακτος
Headword (normalized/stripped):
δημοσιοπρακτος
IDX:
24442
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-24443
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δημοσιό-πρακτος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">engaged in public business,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Cat.Cod.Astr.</span> 1.150 </span>.</div> </div><br><br>'}