Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δέος
δεπάζω
δέπας
δεπαστραῖος
δέπαστρον
δέρα
δεράγχη
δεραγχής
δέραιον
δεραιοπέδη
Δεραμῖτις
δέρας
δερβιστήρ
δέργμα
δεργμός
δέρεθρον
δέρvα
δερίαι
δέρις
δεριστήρ
δερκευνής
View word page
Δεραμῖτις
Δεραμῖτις, , epith. of Athena, Schwyzer 196 (Crete).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Δεραμῖτις
Headword (normalized):
δεραμῖτις
Headword (normalized/stripped):
δεραμιτις
IDX:
24116
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-24117
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Δεραμῖτις</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, epith. of Athena, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Schwyzer</span> 196 </span> (Crete).</div><br><br>'}