Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

δενδρεόθρεπτος
δένδρεον
δενδρήεις
δενδριακός
δενδρίζω
δενδρικός
δένδρινος
δενδρίον
δενδρίτης
δενδροβατέω
δενδρογάληνος
δενδροέθειρα
δενδροειδής
δενδροκολάπτης
δενδροκόμης
δενδροκομικός
δενδρόκομος
δενδροκοπέω
δενδροκόπιον
δενδροκόπος
δενδρολάχανα
View word page
δενδρογάληνος
δενδρο-γάληνος οἶνος, a Bithynian wine made from the μερσίτης ἄμπελος, Gp. 5.2.10 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
δενδρογάληνος
Headword (normalized):
δενδρογάληνος
Headword (normalized/stripped):
δενδρογαληνος
IDX:
24030
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-24031
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">δενδρο-γάληνος</span> <span class="foreign greek">οἶνος,</span> a Bithynian wine made from the <span class="foreign greek">μερσίτης ἄμπελος,</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Gp.</span> 5.2.10 </span>.</div><br><br>'}