Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

αἰκείη
αἰκέλιος
ἀϊκή
ἀϊκής
αἰκία
αἰκίζω
αἴκισμα
αἰκισμός
αἰκιστικός
αἰκίστρια
αἰκλοι
αἶκλον
ἀϊκτήρ
ἄϊκτος
αἴλινον
αἴλινος
αἶλος
αἰλούριος
αἰλουρίς
αἰλουροβοσκός
αἰλουροπρόσωπος
View word page
αἰκλοι
αἰκλοι· αἱ γωνίαι τοῦ βέλους, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
αἰκλοι
Headword (normalized):
αἰκλοι
Headword (normalized/stripped):
αικλοι
IDX:
2378
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-2379
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">αἰκλοι·</span> <span class="foreign greek">αἱ γωνίαι τοῦ βέλους</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}